Η ανάγκη χρήσης οστικών μοσχευμάτων για κάλυψη ελλειμάτων ή δυσμορφιών, τόσο στο σπλαχνικό κρανίο όσο και στη στοματική κοιλότητα (π.χ. φατνιακές αποφύσεις), είναι πολύ συχνή στην Στοματική & Γναθοπροσωπική Χειρουργική.
Τα μοσχεύματα κατηγοριοποιούνται σε: αυτομοσχεύματα δηλαδή μόσχευμα από τον ίδιο τον ασθενή, αλλομοσχεύματα δηλαδή μόσχευμα από άλλο δότη του ίδιου είδους, ξενομοσχεύματα δηλαδή μόσχευμα ζωικής προέλευσης και τα αλλοπλαστικά τα οποία είναι μοσχεύματα από συνθετικά υλικά.
Τα αυτομοσχεύματα είναι το καλύτερο υλικό που συνδιάζει μεγάλη διάρκεια παραμονής στην περιοχή τοποθέτησης, μικρή απορρόφηση, ταχύτερη και καλύτερη σύνδεση και αναγεννητικότητα, μεγαλύτερη αντοχή και μεγαλύτερο ποσοτό επιτυχίας. Οι περιοχές λήψης είναι τα ανώνυμα οστά, αλλά και το κρανίο, τόσο το σπλαχνικό όσο και το εγκεφαλικό.
Οι τεχνικές συλλογής μοσχευμάτων δεν δημιουργούν προβλήματα στις περιοχές λήψης. Τα ελλείματα αλλά και οι δυσμορφίες, μπορούν να αποκατασταθούν με πρώτη επιλογή μοσχεύματα από τον ίδιο τον ασθενή κατά κύριο λόγο. Σε περίπτωση που αυτό είναι αδύνατο, τότε μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μοσχεύματα ίδιου ιστού άλλου είδους, όπως προαναφέρθηκε. Αν και αυτό είναι δύσκολο να επιτευχθεί, τότε επίσης μπορούμε να βοηθηθούμε με συνθετικά υλικά που είναι προκατασκευασμένα σε διάφορα σχήματα τα οποία ταιριάζουν με ανατομικές περιοχές του κρανίου που πιθανόν υπάρχει το πρόβλημα.
Σημαντική βοήθεια σε αντίστοιχες περιπτώσεις με μεγάλα ελλείματα, όπου η αποκατάσταση με μοσχεύματα είναι αδύνατη έστω και στο ελάχιστο, δόθηκε με τα εξωστοματικά εμφυτεύματα. Στον ασθενή τοποθετούνται μέρη του προσώπου από σιλικόνη, τα οποία στηρίζονται άμεσα επί των εμφυτευμάτων, ή έμμεσα επί αυτών αλλά με μεταλικό σκελετό.